Close

Optical Musics: The First Words

 

ENGL prota logia cover square plus

Optical Musics:  
The First Words (Recordings 1984 – 1987)

 Costis Drygianakis:
The Stone which the Builders Rejected

bringing the recordings of the 1980’s back to the surface

press release

In the period from mid-1984 to mid-1987, Costis Drygianakis and his friends, gathered round the name Optical Musics, regularly produced recordings; the ones considered the most advanced formed the album Optical Musics Volume 1, published in 1987, while some others were recycled later in Costis Drygianakis’ solo albums, in the last years before the Millennium. Most of these recordings were works-in-progress rather than finalized pieces, open to a possible reworking; a possibility which, at that time, was confronted in a lukewarm manner, mainly due to the inadequacy of technical means. Most of the old recordings were just left aside. The list of contributors included, in alphabetical order, Takis Agrigiannis, Kostas Anestis, Yiannis Argyropoulos, Thanassis Chondros & Alexandra Katsiani, Christos Kaltis, Alexis Karavergos, Kostas Kostopoulos, Kostas Pandopoulos, Eleni Varouxi and Nikos Xirakis, some of which had already then an independent, distinctive presence in discography.

Costis Drygianakis started working on a compilation of such recordings in 1999, but through successive postponements the idea was practically abandoned, to be revived in the last years and to find its way to the audience in March 2017, thirty whole years after the realization of the recordings themselves and their first discographic appearance.

The new edition has the title Optical Musics: The First Words (Recordings 1984 – 1987), it is a collaborative publication by the labels Hxoi Kato Apo To Spiti, More Mars and Noise-below and consists of a 64-page book (Greek and English versions) and two CD’s. It includes 27 recordings of that era, practically unedited, along with pictures and notes by almost all the participants, aiming to form a testimony about the things that happened, in the way they did happen at those times, but also about the trace they leave on memory, after the passing of three decades.

Along with this publication, Costis Drygianakis attempts and the opposite approach to this material which was, this way or that, intended for further processing; in the piece The Stone which the Builders Rejected, published as a cassette tape by the label Noise-below, he reconstructs a number of “underestimated and mislaid” such old recordings, employing them as raw material, without any intention to stay faithful to the historic narration. Thus, he creates a new piece, where the old shapes are assembled together in a new architecture, taking advantage of the possibilities of the digital media.

More information can be found in the following sites:

http://noise-below.bandcamp.com/
http://www.moremars.org/
https://hxoikatoapotospiti.bandcamp.com.com/

 


Frans de Waard for Vital Weekly, April 2017

These two releases are very much connected. The double CD and booklet provides a proper historical context for the Greek band Optical Musics, in their earliest years, 1984-1987, while on cassette main member Costis Drygianakis performs ‘a reconstruction of underestimated and mislaid recordings from the period 1984-1987′, so perhaps something we would have called back then ‘recycled’; taking recordings apart and put them together in a totally different way. Best turned to the two CDs first, and the highly informative book that comes with (64 pages, 7″x7″ sized) this music. I reviewed their ‘Volume 2’ before, all the way in Vital Weekly 66, and it’s is possible that I also did ‘Volume 1’ when Vital (without weekly) was printed on paper, but I guess we have to wait for the complete volume to re-appear (later this year!). Back then in VW 66 I had some problem with saying something sensible about the group, but now I learned that they started in 1984 as a fleeting membership group and that they were inspired by visual elements, scores, photos, to play their improvised music, or better taking their cue from John Zorn’s ‘I compose improvised music’, and apparently using the studio as an extra instrument. I must admit that notion is a bit beyond me when hearing this. I gather I was expecting something along the lines of P16.D4 is that respect but that seems not to be the case. Much of what they do sound improvised, composed or otherwise, leaving space for non-conventional instruments, such as ‘pruning shears, ground connector, drawer, children’s toys, next to bass, guitar, lots of drums and percussion and a variety of organ sounds (casio MT65 and PT 30) and synthesizer, the trusted Yamaha DX-7. As we progress through the recordings it becomes evident that the band learned to play and structures become more complex, layered together (as opposed to the two-track stereo recordings on the first disc), allowing a bit more (free-) jazz elements; sometimes it is all electronic and almost musique concrete, and at other times it is more like free rock, although Optical Musics never hammer away. It is, all in all, quite a diverse release, and while not always something that I enjoyed (too random at times), it was a fine archival release.

Main member Costis Drygianakis has produced a number of solo works in the past years, in which his music is performed by others. I am not sure to what extent his solo music is ‘composed’ or ‘improvised’, or maybe if there are graphic scores in play. Here he has a thirty-minute piece of music, delved out of the archives of the band and I am sure he applied more than before musique concrete techniques to this old material to create a most delicate and most strange piece of music of weird sound, slowed sound, musical sound, field recordings plus whatever else was found and sometimes it drops quite a bit in volume and it all makes a really strange impression on me. I don’t know what to make of this, but if anything it perhaps comes closest to the music of Biota and Mnemonists; that kind of rock merging with tape techniques, which perhaps never sound really rock like I guess. This is quite fascinating stuff, that, me think, would have had more justice if it was released on CD. (FdW)


Fontas Troussas wrote initially in Δισκορυχείον, Apr 25, 2017, and then in the magazine Μετρονόμος (i. 63, Apr-Jun 2017). The sum up of his texts was republished in Δισκορυχείον on Jan 20, 2018.

Ο Κωστής Δρυγιανάκης είναι ένας γνωστός πειραματιστής και διεκπεραιωτής ήχων. Από το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’80 έως και σήμερα ασκείται με καταφανές πάθος σ’ αυτούς τους «δύσκολους» χώρους, προτείνοντας νέες (τουλάχιστον για τα δικά μας δεδομένα) προσεγγίσεις της ηχητικής και μουσικής πραγματικότητας.

Εσχάτως δύο εκδόσεις έρχονται να ρίξουν φως στo ξεκίνημα των δραστηριοτήτων του, βασικά με το σχήμα Οπτική Μουσική. Η πρώτη αφορά στο 2CD/βιβλίο «Τα Πρώτα Λόγια / Ηχογραφήσεις 1984-1987» [Hxoi Kato Apo To Spiti/ More Mars/ Noise-below, 2017] και η δεύτερη στην κασέτα «λίθον, ον απεδοκίμασαν οι οικοδομούντες» [noise below, 2017] επίσης με ηχογραφήσεις της ίδιας εποχής.

Εδώ να υπενθυμίσουμε πως η Οπτική Μουσική (με έδρα πάντα το Βόλο) είχε ηχογραφήσει στην πρώτη φάση της ζωής της, στη δεκαετία του ’80, ένα LP, το «Τόμος 1» [Άλλη Πόλη, 1987], καθώς κι ένα CD μερικά χρόνια αργότερα, το «Τόμος 2» [Ίαμβος, 1994]. Τώρα, αυτό το αρχειακό υλικό έρχεται να συμπληρώσει το παζλ ενός σχήματος, μιας πλατφόρμας καλύτερα, που απέκτησε μιαν «άλλη» διάσταση, ένα «άλλο» στάτους μέσα στα χρόνια.

Όλα ξεκινούν από την καταγραμμένη τάση για επιστροφή στο ηχογραφικό παρελθόν – όχι μόνο μέσα από τις επανεκδόσεις των παλαιών άλμπουμ, αλλά και από το ενδιαφέρον για προβολή του ακυκλοφόρητου υλικού. Στο χώρο της ελληνικής πειραματικής μουσικής αυτό το ενδιαφέρον είναι μεγάλο για δύο, κυρίως, λόγους. Ο πρώτος έχει να κάνει με την αύξηση του ζήλου για την πειραματική μουσική, γενικότερα. Δεκάδες μουσικοί, βασικά εικονοκλάστες, εκμεταλλεύονται τη σύγχρονη τεχνολογία, προκειμένου ν’ αναπτύξουν τις απόψεις τους πάνω στην ηχητική διευθέτηση. Πάμπολλα labels, diy (do it yourself) ή λιγότερο diy, διακινούν ποικίλο υλικό σε κάθε φόρμα (δίσκοι βινυλίου, CD, κασέτες), ενώ χαμός γίνεται και με τις άυλες μορφές στο διαδίκτυο (bandcamp, soundcloud κ.λπ.). Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, κι αυτός είναι ο δεύτερος λόγος, η βουτιά στο (ελληνικό) παρελθόν μοιάζει και είναι επιβεβλημένη. Έτσι έχουν ανασυρθεί avant/ πειραματικοί/ ηλεκτρονικοί θησαυροί από το διάστημα sixties-eighties (να θυμηθούμε μόνο το έξοχο ανέκδοτο υλικό με εγγραφές του Μιχάλη Αδάμη, πριν τέσσερα χρόνια, από τις Rekem Records/ Mafia) και κάπως έτσι φθάνουμε, τώρα, στο ανέκδοτο, μέχρι τις μέρες μας υλικό, από τα υπόγεια της Οπτικής Μουσικής.

Να πούμε, κατ’ αρχάς, πως εδώ έχουμε να κάνουμε με μια έκδοση κόσμημα. Και τούτο το λέμε όχι για να υπερθεματίσουμε έναντι του εικαστικού μέρους, αλλά για να διακρίνουμε πάνω απ’ όλα την ουσία. «Τα Πρώτα Λόγια» [Hxoi Kato Apo To Spiti / More Mars / Noise-below, 2017] είναι βασικά ένα βιβλίο κάπως τετράγωνου σχήματος και εξήντα τεσσάρων άψογα τυπωμένων σελίδων, στα εξώφυλλα του οποίου (μπρος-πίσω) είναι τοποθετημένα τα δύο CD του σχήματος Οπτική Μουσική (που είχε για έδρα τον Βόλο). Το περιεχόμενό τους; Εντυπωσιακό. Ο Κωστής Δρυγιανάκης (που βρίσκεται πίσω από κάθε τι, που αφορά στην Οπτική Μουσική) καταγράφει με πάθος τις ιστορικές μέρες της μπάντας (1984-1987), δίνοντας συνεχείς λεπτομέρειες για κάθε στιγμή εκείνης της διαδρομής, σκύβοντας με σεβασμό σε πρόσωπα (συνεργάτες του) και καταστάσεις. Αυτό το κείμενο, που διαβάζεται, εννοείται και σαν ημερολόγιο, είναι, θα έλεγα, εξ ίσου σημαντικό με τις εγγραφές του σχήματος – με το «νέο», σε κάθε περίπτωση, που κόμιζαν εκείνη την περίοδο οι συγκεκριμένες δραστηριότητες στη δική μας πραγματικότητα.

Σε τι συνίστατο το «νέο»; Στον εκδημοκρατισμό της μουσικής πράξης. Στο γεγονός πως μουσικοί, μη μουσικοί ή λιγότερο μουσικοί (με την ακαδημαϊκή έννοια) θα μπορούσε να συμμετάσχουν επί ίσοις όροις στην ηχητική διαδικασία, παράγοντας μετρήσιμα αποτελέσματα. Το ζήτημα το είχε περιγράψει σαφώς ο David Toop στο βιβλίο του «Ωκεανός του Ήχου/ Αιθέριες συνομιλίες, περιβαλλοντικοί ήχοι & φανταστικοί κόσμοι» [οξ υ, Αθήνα 1998] μιλώντας για τις περιπτώσεις των AMM, MEV (Musica Elettronica Viva), αλλά και γενικότερα: «Για τους αμερικανούς μαύρους αυτοσχεδιαστές(…) και περίπου την ίδια εποχή για τους Ευρωπαίους και λευκούς Αμερικανούς αντίστοιχούς τους, όπως οι AMM, οι Musica Elettronica Viva(…) η μερική απομάκρυνση από τα κύρια μουσικά όργανα των συναυλιών jazz και κλασικής μουσικής ήταν μια πράξη πολιτική όσο και μουσική. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 και στη χωρίς ψευδαισθήσεις δεκαετία του ’70 μικρά μουσικά όργανα και μη-όργανα (ραδιόφωνα τσέπης, μικρόφωνα επαφής που ενίσχυαν ανεπαίσθητους ήχους που προέρχονταν από τραπέζια, γενειάδες, τρίφτες τυριού κ.λπ.), γίνονταν σύμβολα της προσπάθειας να εκδημοκρατιστεί η μουσική, να επιτραπεί η πρόσβαση σε ανειδίκευτους μουσικούς (συμπεριλαμβανομένων και παιδιών) να παραχθεί ήχος από τα όργανα, αντί αυτά να υποτάσσονται σε συστήματα, να επιτραπεί να συμβούν στη μουσική τυχαία γεγονότα και να δημιουργηθεί μια αίσθηση συλλογικά οργανωμένης κοινότητας, ως προσπάθεια ανεξαρτητοποίησης από τον ψυχρό επαγγελματισμό, ειδικότερα από το star-system, το οποίο επηρέασε τους καλλιτέχνες τόσο της jazz όσο και της κλασικής μουσικής».

Στο ίδιο μήκος κύματος ο έλληνας συνθέτης της πρωτοπορίας Γιάννης Χρήστου σημείωνε: «Μουσικοί και μη μουσικοί, ηθοποιοί και μη ηθοποιοί, χορευτές και άνθρωποι απλοί. Ένας οποιοσδήποτε απ’ αυτούς ή και όλοι τους μπορούν να εκτελέσουν κάποια χειρονομία, να περάσουν σε κάποια δράση, να κινηθούν είτε σχηματίζοντας μια μορφή, όπως σε κάποιο χορό, είτε έξω από τη μορφή, όπως σε μια κατάσταση της καθημερινής ζωής. Ένας οποιοσδήποτε ή και όλοι τους μπορούν να παίξουν όργανα μουσικά και μη – απλά αντικείμενα που τα χτυπούν μ’ ένα είδος μπαγκέτας ή το ένα με το άλλο ή και τα χρησιμοποιούν διαφορετικά για να βγάλουν τον ήχο τους, ή ακόμη περίπλοκες ηλεκτρονικές συσκευές που επεξεργάζονται ήχους ζωντανούς ή play-back, παράγοντας εφέ υπολογισμένα από πριν ή τυχαία: ήχους που είναι μουσικοί ή concrete ή αναπαράγουν τους συνηθισμένους ήχους της καθημερινής ζωής. Ένας οποιοσδήποτε ή και όλοι τους μπορούν να παίζουν μέσα στα πλαίσια της κατηγορίας όπου ανήκουν (πράξη) λ.χ. ένας βιολιστής που παίζει βιολί ή έξω από τα πλαίσια της κατηγορίας αυτής (μετάπραξη) λ.χ.  ένας βιολιστής που ουρλιάζει». [από το βιβλίο της Anna-Martine Lucciano «Γιάννης Χρήστου» Βιβλιοσυνεργατική, Αθήνα 1987]

Πάνω σ’ αυτές τις βάσεις στηρίζονται ο Κωστής Δρυγιανάκης και οι φίλοι του (Γιάννης Αργυρόπουλος, Τάκης Αγριγιάννης, Αλέξης Καραβέργος, Κώστας Παντόπουλος, Κώστας Κωστόπουλος, Νίκος Ξηράκης, Κώστας Ανέστης, Ελένη Βαρουξή, Χρήστος Καλτής, Θανάσης Χονδρός), προκειμένου να δημιουργήσουν το… ρεπερτόριο της Οπτικής Μουσικής, χρησιμοποιώντας ιδιότροπα όργανα ή μη-όργανα (ελεφαντάκια, γραφείο, κρεβάτι, γείωση, παιδικά πνευστά, συρτάρι, μπουκάλια, σπίρτα, μπαλόνι, σταχτοδοχείο…), μαζί με συμβατικά βεβαίως (πιάνο, κιθάρα, συνθεσάιζερ, μπάσο, φλογέρα…). Το αποτέλεσμα, έτσι όπως καταγράφεται στα δύο CD, είναι εκείνο που αναμένει ο καθείς.

Μια μουσική ρέουσα, απρογραμμάτιστη στις λεπτομέρειές της, πολλάκις και στην ουσία της, ζωντανή, πάλλουσα, γεμάτη με απροσδόκητα και εκπλήξεις και, συγκριτικά, πολύ καλά ηχογραφημένη – αν αναλογιστούμε τις συνθήκες και τις προδιαγραφές των χώρων της εποχής. Μουσική, που δεν θα την χαρακτήριζα δύσκολη για το μέσο και κάπως υποψιασμένο αυτί, που γειτνιάζει άλλοτε με τον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό, άλλοτε με τον πιο οργανωμένο, άλλοτε με τη σύνθεση και άλλοτε μ’ έναν συνδυασμό όλων αυτών στα μακριά σχετικά στο χρόνο tracks (στο πρώτο CD κυμαίνονται χοντρικά από τα πέντε έως δέκα λεπτά). Όποιος έχει υπόψη του τον «Τόμο 1» της Οπτικής Μουσικής είναι σίγουρο πως θα ενθουσιαστεί με την ποιότητα και την προσφορά των κομματιών, ενώ θα εκπλαγεί και από την αισθητική αρτιότητα συνθέσεων όπως η έσχατη (από το πρώτο CD) «Πόνος μνησιπήμων», με το σύνθι του Κωστή Δρυγιανάκη και το μπάσο του Κώστα Παντόπουλου να αναπλάθουν γενναία cosmic περιβάλλοντα.

Και καθώς προχωράμε στο χρόνο, μπαίνοντας στο δεύτερο CD, που περιλαμβάνει εγγραφές τής διετίας 1986-87, της τελευταίας eighties-εποχής της Οπτικής Μουσικής, αλλάζει προς το πιο… χειροπιαστό και ολοκληρωμένο και η λειτουργία-παραγωγή του γκρουπ – με τα ακόμη πιο απαιτητικά tracks να διαδέχονται το ένα το άλλο («Καταμετρήσεις χάους», «Ένα γράμμα που δεν έφυγε ποτέ», «Ο άγνωστος πεδιομάχης», «Ο κόκκινος κύκλος» κ.λπ.).

Αυτή η φάση, που είναι διαφορετική από εκείνη της πρώτης εποχής, έρχεται να καταγραφεί με τον πιο απαιτητικό και ουσιωδώς διεισδυτικό τρόπο, παρά τις όποιες μικρές τεχνικές ατέλειες (το ξαναλέω, για να μην το ξεχνάμε, πως πρόκειται για ερασιτεχνικές ηχογραφήσεις, επιμελημένες φυσικά, που έγιναν σε πρόβες και αίθουσες, καταγραμμένες κυρίως σε κασέτες), δείχνοντας πως η Οπτική Μουσική ήταν ένα δημιουργικό σχήμα εν εξελίξει (πάντα με κινητήριο παράγοντα τον Κωστή Δρυγιανάκη), που διέκοψε τη δραστηριότητά του την πιο κρίσιμη, για ’κείνο, στιγμή.

Ειδική (και καλώς!) και βεβαίως εξαιρετικής σημασίας έκδοση, που περικλείει κάτι σημαντικό από την ιστορία του δικού μας (πειραματικού) χώρου.


Πέραν, λοιπόν, του διπλού CD υπάρχει και μια κασέτα (μιας πλευράς), που την υπογράφει ο Κωστής Δρυγιανάκης και που κυκλοφόρησε πριν λίγο καιρό σε 100 αριθμημένα αντίτυπα, από την noise below του Νικόλα Μαλεβίτση. Η κασέτα, η οποία περιλαμβάνει και αυτή ηχογραφήσεις της Οπτικής Μουσικής από την περίοδο 1984-1987 (δεν ταυτίζονται, εννοείται, με εκείνες του διπλού CD), παρουσιάστηκε για πρώτη φορά τον Δεκέμβρη του 2016 στο Habeat Records, στην Αθήνα, και είναι αφιερωμένη, όπως διαβάζουμε, στον… «Νικόλα Μαλεβίτση που, το 1993, έριξε την πρώτη σπίθα για το ξανακοίταγμα της Οπτικής Μουσικής».

Στην κασέτα καταγράφεται ένα κομμάτι βασικά, χωρίς επιμέρους μέρη, που καταλαμβάνει όλη την πρώτη πλευρά και διαρκεί περίπου 29 λεπτά. Φυσικά, προέρχεται από τα ίδια σέσιον (μ’ εκείνα του διπλού CD), συμμετέχουν οι ίδιοι μουσικοί, με το περιεχόμενο να αφορά σε μιαν αυθόρμητη και εν τω γεννάσθαι… εκπομπή με βόμβους, θορύβους, παράσιτα, ξαφνικές εντάσεις, σιωπές, μικρές αφηγηματικές σφήνες και τρανές εικονοκλαστικές παραγράφους, αγνοώντας στάθμες και μέτρα.

Είναι και αυτή (η κασέτα) ένα κομμάτι της ιστορίας τούτου τού εντελώς ιδιοσυγκρασιακού γκρουπ.